Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

τὴν τοῦ Κρόνου τεκνοφαγίαν

См. также в других словарях:

  • ορχούμαι — (ΑΜ ὀρχοῡμαι, έομαι) χορεύω («ἠΐθεοι και παρθένοι... ὠρχεῡντ », Ομ. Ιλ.) αρχ. 1. παριστάνω με όρχηση ή με παντομιμικές κινήσεις («ὀρχεῑσθαι τὴν τοῡ Κρόνου τεκνοφαγίαν», Λουκιαν.) 2. μτφ. σκιρτώ, πηδώ («ὀρχεῑται δὲ καρδία φόβῳ», Αισχύλ.) 3. (για… …   Dictionary of Greek

  • παρορχούμαι — έομαι, Α [ορχούμαι] δεν χορεύω σωστά, παριστάνω κάτι χορευτικώς κατά τρόπο εσφαλμένο («τὴν τοῡ Κρόνου τεκνοφαγίαν παρωρχεῑτο», Λουκιαν.) …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»